Η Ίδρυση της αρχαίας Αμβρακίας τοποθετείται από τους αρχαιολόγους στο 630-620 πΧ..Δεν γνωρίζουμε ποιοι έκτισαν την Αμβρακία, πριν
την έλευση των Κορινθίων. Πάντως αρχαίοι
συγγραφείς αποκαλούν την περιοχή της Αμβρακίας Δρυόπιδα. Η αρχαία Αμβρακία,
σημερινή Άρτα, πήρε το όνομά της από τον Άμβρακα,
γιο του Θεσπρωτού,
ενώ κατά μία άλλη εκδοχή Αμβρακία ήταν η κόρη του Μελανέα,
γιο του Απόλλωνα και περίφημου τοξότη.
Το 625 π.Χ. εγκαταστάθηκαν στην Αμβρακία οι Κορίνθιοι - καλεσμένοι ίσως από τους
παλιούς κατοίκους Δρύοπες,
ηπειρωτικό φύλο- με αρχηγό τους τον Γόργο, νόθο γιο του Κυψέλου, του τυράννου
της Κορίνθου.
Η Αμβρακία με τους Κορίνθιους πια, γνώρισε μεγάλη οικονομική ακμή και
στρατιωτικοναυτική ισχύ όπως προκύπτει από τα αρχαία κείμενα και τα
αρχαιολογικά ευρήματα.
Κατά τους
Περσικούς πολέμους έλαβε μέρος με εφτά πλοία στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και με πεντακόσιους
οπλίτες στη μάχη των Πλαταιών.
Από το 625 π.Χ. μέχρι την εποχή του Πύρρου, η
Αμβρακία είχε κατά περιόδους τυραννικό, ολιγαρχικό - τιμοκρατικό ή δημοκρατικό
πολίτευμα. Κατά μία άποψη, στην Αμβρακία
δημιουργήθηκε το πρώτο δημοκρατικό καθεστώς μερικές δεκαετίες πριν απ' την
δημοκρατία της Αθήνας.
Η Αμβρακία είχε ένα από τα τελειότερα πολεοδομικά
συστήματα της αρχαιότητας, ονομαστά δε ήταν τα γυναικεία αμβρακιώτικα
υποδήματα, γνωστά με το όνομα Αμβρακίδες.
Διάσημοι Αμβρακιώτες
ήταν ο γλύπτης Πολύστρατος, ο μουσικός Επίγονος, ο ποιητής της μέσης κωμωδίας
Επικράτης και ο ολυμπιονίκης Λέων της 96ης Ολυμπιάδας (Παυσανίας).
Το 500 πΧ κτίσθηκε
στην Αμβρακία ο τεράστιος Ναός του Απόλλωνος Σωτήρος. Τα ερείπιά του σώζονται
κοντά στην Πλατεία Κιλκίς της σημερινής Άρτας.
Το 295 π.Χ. ο Πύρρος την έκανε πρωτεύουσα του Κράτους του κι απ΄αυτή εξορμούσε για την Ελλάδα
και την Ιταλία.
Στην εποχή του η Αμβρακία γνώρισε μεγαλείο. Κτίστηκε η αρχική μορφή του
γεφυριού του Αράχθου, το Μικρό Θέατρο (κοντά στον Άγιο Κωνσταντίνο), το Μεγάλο
Θέατρο (κοντά στον Ναό του Απόλλωνος), και το Πρυτανείο (δίπλα στο Ναό
Απόλλωνος). Δυστυχώς πολλοί καλλιτεχνικοί θησαυροί της Αμβρακίας μεταφέρθηκαν στη Ρώμη το έτος 168 π.Χ. με διαταγή του υπάτου Marcus Fulvious Noviliorus, μετά την πολιορκία της
πόλης.
Το Κοινό των Ηπειρωτών (ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ, 232-168
πΧ)
Μετά το θάνατο της
Βασίλισσας της Ηπείρου Δηϊδάμειας B, το Βασίλειο
της Ηπείρου, η δυναστεία των Αιακιδών παύει να υπάρχει και το έτος
232 π.Χ. οι Ηπειρωτικές πόλεις αποφασίζουν να συνενωθούν πολιτικά. Πρωτεργάτης
στην συνένωση αυτή που ιστορικά είναι η πρώτη «Ομοσπονδιακή Δημοκρατία» της
Ευρώπης είναι η μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου Μυρτάλη – Ολυμπιάς.
Η πολιτική αυτή συνένωση ονομάζεται «Κοινό
των Ηπειρωτών» (ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ) και διαρκεί περίπου 64 χρόνια (232 π.Χ. -
168 π.Χ.), Έτσι τον 3ο αιώνα π.Χ. η Ήπειρος παραμένει μια ισχυρή δύναμη,
ενωμένη υπό του «Κοινού των Ηπειρωτών» ως ομόσπονδο κράτος με το δικό της κοινό
αντιπροσώπων, ή συνέδριο όπως αναφέρονταν αλλά και κοινό νόμισμα (ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ).
Το Κοινό των Ηπειρωτών έπαυσε φυσικά να υπάρχει με την Ρωμαϊκή εισβολή του 168
π.Χ.
Ρωμαϊκή Εποχή (167 π.Χ. - 324 μ.Χ
Το έτος 167 π.Χ. η
Αμβρακία κατελήφθη από τους Ρωμαίους του Αιμίλιου Παύλου ύστερα από σθεναρή
αντίστασή των κατοίκων της. Στο Μουσείο της Άρτας εκτίθενται λίθινα βλήματα από
ρωμαϊκούς καταπέλτες. Οι Ρωμαίοι την απογύμνωσαν από όλα της τα καλλιτεχνήματα,
αργότερα δε (μετά το 31 π.Χ.) την ερήμωσαν και από τον πληθυσμό της, που τον
εγκατέστησαν διά της βίας στη γειτονική Αρχαία Νικόπολη
μετά τη Ναυμαχία
του Ακτίου με διαταγή του Οκταβιανού. Στην Αμβρακία έμεινε μικρός αριθμός κατοίκων..
Βυζαντινή Εποχή (324 μ.Χ. - 1205 μ.Χ
Περί το έτος 1000 μ.Χ. εμφανίζεται το όνομα Άρτα, από το λατινικό artus, arta, artum (στενός, στενή, στενό). Κατ’ άλλη άποψη
του Σεραφείμ Ξενόπουλου του Βυζαντίου το όνομα προήλθε από το αρτίζομαι, και τη φράση «Άρτα αρτυμή του κόσμου» λόγω της παραγωγής σιτηρών που τάϊζε τον κόσμο.
Το Δεσποτάτο της Ηπείρου (1205-1449)
Το έτος 1205 μ.Χ. γίνεται η ίδρυση του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Ο Μιχαήλ Α΄ Κομνηνός
Δούκας, υπήρξε ο ιδρυτής. Επί εποχής του κτίζεται το Κάστρο της Άρτας. Το
Δεσποτάτο της Ηπείρου γεωγραφικά εκτείνονταν, νότια από την Πάτρα έως και τη
μισή περίπου σημερινή Αλβανία μέχρι το Δυρράχιο (Durres) και δυτικά από την Πρέβεζα έως τη Θεσσαλία και τις Πρέσπες. Το
έτος 1210 μ.Χ. ο Μιχαήλ Α' Κομνηνός Δούκας, συμμάχησε με την Βενετία και
επιτέθηκε στην Θεσσαλονίκη. Έχει υποστηριχθεί από ιστορικούς ότι ο ίδιος υπήρξε
ιδιαίτερα σκληρός με τους αιχμαλώτους του, σταυρώνοντας Λατίνους ιερείς. Αυτό
οδήγησε στον αφορισμό του από τον Πάπα. Τελικά με ενισχύσεις από τον Λατίνο
Αυτοκράτορα προς τους πολιορκημένους, η Θεσσαλονίκη δεν καταλήφθηκε. Ο Μιχαήλ
Α΄ Κομνηνός Δούκας κατέλαβε μία σειρά από πόλεις επεκτείνοντας τα όρια του
Δεσποτάτου: Λάρισα (έτος 1212), Δυρράχιο (1214), Κέρκυρα (1214). Επίσης
κατέλαβε την παραλιακή ζώνη του Κορινθιακού κόλπου. Ήρθε σε σύγκρουση με τους
Σέρβους και τους Βούλγαρους. Δολοφονήθηκε το έτος 1215 από κάποιον υπηρέτη
του και τον διαδέχτηκε ο ετεροθαλής αδελφός του Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας.
Οθωμανική αυτοκρατορία - A' περίοδος
(1449-1788)
Το έτος 1449 μ.Χ., Οι Οθωμανοί φθάνουν στην Άρτα και την Ήπειρο πριν την Άλωση της
Πόλης. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία βρίσκεται σε παρακμή. Το Δεσποτάτο της Ηπείρου
επίσης. Οθωμανικές δυνάμεις αποβιβάζονται στα παράλια της Ηπείρου από την
Πρέβεζα και την Άρτα μέχρι το Δυρράχιο της Αλβανίας και την καταλαμβάνουν.
Το 1470 μ.Χ. γεννήθηκε στην Άρτα ο Μάξιμος Γραικός. Ο Μάξιμος ο Γραικός (1470-1555), μετοίκησε στη Ρωσία όπου σπούδασε και διέπρεψε ως λογοτέχνης.
Έγραψε 365 έργα και η προσφορά του στο Ρωσικό πολιτισμό είναι τεράστια όπως και
η συμβολή του στην αναμόρφωση των εκκλησιαστικών της Ρωσίας. Έχει ανακηρυχθεί άγιος από την Ρωσική εκκλησία. (Τέσσερις είναι
οι διάσημοι Έλληνες στη Ρωσία. Ο Μάξιμος Γραικός, λογοτέχνης, ο Θεοφάνης ο
Γραικός, ζωγράφος, αγιογράφος (Πινακοθήκη Tritiakov, Μόσχας) και οι Μοναχοί
Κύριλλος και Μεθόδιος) . Στα έτη 1602-1606 μ.Χ. κτίζεται στην
Άρτα το διάσημο πέτρινο
Γεφύρι της Άρτας. Το πέτρινο
γεφύρι της Άρτας, είναι το πιο ξακουστό στην Ελλάδα και αυτό βέβαια το
χρωστάει στο θρύλο για τη 'θυσία της
γυναίκας του πρωτομάστορα', που η λαϊκή μούσα τον έκανε τραγούδι. Η
αρχική κατασκευή του γεφυριού τοποθετείται στα χρόνια της κλασικής Αμβρακίας
επί βασιλέως Πύρρου Α'. Τη σημερινή του μορφή, το Γεφύρι της Άρτας απέκτησε το
έτος 1602-1606 μΧ. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η χρηματοδότηση της κατασκευής
του Γεφυριού της Άρτας, έγινε από έναν Αρτινό παντοπώλη, τον Ιωάννη Θιακογιάννη ή Γυφτοφάγο, ο οποίος προφανώς
είχε εμπορικές δραστηριότητες και ενδιαφερόταν για τη διάβαση του Αράχθου
ποταμού από τα μουλάρια με τα φορτία του.
Τα έτη 1644-1646 μ.Χ., εξαπλώθηκε
επιδημία πανώλης στην Άρτα και την Πρέβεζα. Είναι μια λοιμώδης ασθένεια που
μεταδίδεται από τα τρωκτικά και προσβάλει τους πνεύμονες και τους λεμφαδένες
Το έτος 1650 μ.Χ., κτίσθηκε το
Οθωμανικό Ρολόι - Πύργος της Άρτας. Σε αντίθεση με το ρολόι Πύργο της Πρέβεζας
πού είναι Ενετικό του 18ου αιώνα, δεν ισχύει το ίδιο με αυτό της Άρτας, αν και
μοιάζουν. Το ρολόι της Άρτας είναι πύργος τετράγωνος ύψους 11 μέτρων και
κτίσθηκε επί Οθωμανικής κυριαρχίας, αρχικά είχε αραβικούς αριθμούς και ήταν
διακοσμημένο με σμάλτο. Ήταν το πρώτο
και μοναδικό ρολόι με δίσκο σε όλη την Οθωμανική αυτοκρατορία.
Β' Οθωμανική περίοδος Αλή Πασά Τεπελενλή
(1788-1822)
Η Άρτα περιήλθε στην
εξουσία του Αλή Πασά Τεπελενλή το έτος 1788 και τερματίσθηκε με
τον αποκεφαλισμό του το 1822. Η Επανάσταση του 1821 έχει να επιδείξει πολλές ιστορικές μάχες στην περιοχή της Άρτας και στα
γύρω χωριά. Στις 15-17 Νοεμβρίου 1821 έγινε η ομώνυμη Μάχη της Άρτας.[4] Μετά τις νικηφόρες μάχες του Σουλιώτη Γώγου Μπακόλα στη Λαγκάδα, στο Πέτα,
στην Πλάκα, στα Άγναντα και στο Σταυρό Θεοδώριανων, επιτίθεται και κλείνει τις
πύλες επικοινωνίας στο όρος Μακρυνόρος, μεταξύ Αμφιλοχίας και Άρτας. Οι
Οθωμανοί πανικοβάλλονται, γιατί εγκλωβίστηκαν πλέον στην Άρτα. Κλεισμένοι στην
Άρτα οι Οθωμανοί ξεσπούν σε αντίποινα στον άμαχο πληθυσμό και σε αιχμαλώτους
κρατούμενους στο κάστρο της πόλης. Γράφει ο Ιωάννης Μακρυγιάννης,
Αρτινός αγωνιστής του 1821. «Και μόριχναν εμένα ξύλο! Και από τα χτυπήματα
επρίστηκε το σώμα μου και εκαντήλιασε και ήμουν εις θάνατον… ενώ η πόλις της
Άρτας επλημμύρει αίματος και μαρτυρίων». Άλλος αυτόπτης μάρτυρας περιγράφει:
«Αι εκτελέσεις ελάμβανον χώραν εις την πλατείαν, την καλουμένην Μονοπωλειό… Η
πέτρινη γέφυρα της Αρτας ήτο στολισμένη με ανθρωπίνους κεφαλάς και άπειρα
κορμιά έκειντο άνευ κεφαλής επί της γεφύρας…». Μέσα στο κλίμα αυτό, γίνεται
σύσκεψη στο Κομπότι και αποφασίζεται η επίθεση στην Άρτα. Ο Γεώργιος
Καραϊσκάκης, ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Γώγος Μπακόλας και αρκετοί συνεργαζόμενοι
Μουσουλμάνοι Αρβανίτες αγωνιστές, επιτίθενται στην Άρτα από το πρωί της 15ης
Νοεμβρίου 1821 . Γράφει ο Γάλλος Πουκεβίλ: «Οι στρατιώται του Χριστού και του
Μωάμεθ επολέμουν υπό τας αυτάς σημαίας. Οι άνδρες του Καραϊσκάκη και του
Μπότσαρη κατέλαβον το γεφύρι, επήραν τα κανόνια των Τούρκων και πάτησαν πρώτοι
εις την πόλιν». Η Άρτα κατελήφθη από τους Ελληνες και Αρβανίτες αγωνιστές στις
17 Νοεμβρίου 1821.. Στις 2 Δεκεμβρίου 1821 έγινε εγκατάλλειψη της
Αρτας. Παράλληλα με την κατάληψη των τριών τετάρτων της Άρτας από δυνάμεις
Ελλήνων Σουλιωτών, Ακαρνάνων και Αλβανών πιστών στον Αλή Πασά, υπό τον Γεώργιο
Καραϊσκάκη, και Μάρκο Μπότσαρη, άλλοι πολεμιστές συνέχιζαν την πολιορκία της
πόλης και άλλοι αγωνίζονταν στο Πετροβούνι (το βουνό της Άρτας). Όμως οι
Αρβανίτες σύμμαχοι στην Άρτα, δεν τήρησαν τη συμφωνία συνεργασίας, είχαν τάσεις
προσχώρησης στις σουλτανικές δυνάμεις του Κιουταχή και του Χουρσίτ,
πιθανώς είτε γιατί φοβήθηκαν τις ερχόμενες επικουρίες των Τούρκων, είτε γιατί
δωροδοκήθηκαν. Έτσι, σε λίγες μέρες ο λαός της Άρτας και το στρατόπεδο των
Ελλήνων πολεμιστών κινδύνευσε να εγκλωβισθεί από την ερχόμενη νέα Οθωμανική
δύναμη με επικεφαλής τον Κιουταχή Πασά. Η εξυπνάδα όμως του Γεώργιου Καραϊσκάκη
τους έσωσε έγκαιρα, και διέφυγαν όλοι, αγωνιστές και 500 οικογένειες Αρτινών,
στο Πετροβούνι και από εκεί προς το Πέτα, το Κομπότι και στα ορεινά των
Τζουμέρκων. Η πόλη άδειασε και ο Καραϊσκάκης απεχώρησε τελευταίος με τη
σάλπιγγα στο χέρι στις 2 Δεκεμβρίου 1821. Έτσι ο Καραϊσκάκης διατήρησε ακέραιες
τις δυνάμεις του, τις οποίες χρησιμοποίησε σύντομα στα όρη του Βάλτου (Πύργος
της Σουμερού, Μεσόπυργος, Μάχη του Γαύρογου) τον Φεβρουάριο 1822.
Γ' Οθωμανική περίοδος (1822-1881
Μετά τον αποκεφαλισμό
του Αλή Πασά Τεπελενλή το 1822, η Άρτα περιήλθε στην εξουσία του Χουρσίτ Πασά και σύντομα στον Κιουταχή Πασά.
Στις 4 Ιουλίου 1822 έγινε δίπλα στην Άρτα
η Μάχη του Πέτα. Το Πέτα, είναι κωμόπολη, έδρα ομώνυμου δήμου
του νομού Άρτας. Απέχει 4 χιλιόμετρα από την Άρτα. Η Μάχη του Πέτα ήταν μια από τις μεγαλύτερες ήττες που γνώρισαν οι Έλληνες κατά την
διάρκεια της Επανάστασης του 1821. Στη Μάχη αυτή έλαβαν μέρος ονομαστοί
οπλαρχηγοί αλλά και αρκετοί Φιλέλληνες, όπως και Επτανήσιοι με το Σπύρο Πανά
αρχηγό. Οι ντόπιοι οπλαρχηγοί με 900 περίπου άνδρες τοποθετήθηκαν στο σημερινό
Μνημείο Ηρώων, δίπλα κατέλαβε θέση ο Μάρκος
Μπότσαρης, πιο δεξιά ο Πρεβεζάνος Αλεξάκης Βλαχόπουλος, και ο Βαρνακιώτης και
στην άκρη το ψηλότερο ύψωμα Κορακοφωλιά ο Γώγος
Μπακόλας με τον Δήμο Τσέλιο Ράγκο και άλλους προς
τον κατήφορο που βλέπει προς την λίμνη ). To Τάγμα των
Φιλελλήνων με δύο λόχους. Ο πρώτος λόχος είχε κυρίως Γάλλους, Ιταλούς, και
Έλληνες του εξωτερικού, ιδίως επτανήσιους, με διοικητή τον Ελβετό Chevalier και
ο δεύτερος λόχος είχε Γερμανούς, Πολωνούς, Πρώσους με διοικητή τον Πολωνό
Mirzewski (Μιρζέφσκι). Διοικητής όλου του τάγματος ορίσθηκε ο Ιταλός Andrea
Dania . Τιμής ένεκεν ορίστηκε από την νεοσύστατη κυβέρνηση ως Συνταγματάρχης -
Διοικητής ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. To σύνταγμα από 350 άνδρες
βρισκόταν υπό την καθοδήγηση του Γερμανού Στρατηγού Norman και του Ιταλού Πέτρου
Ταρέλλα. Η ευθύνη για την ήττα βαρύνει κυρίως τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.
Από τους Φιλέλληνες μόνο 25 γλίτωσαν που με έφοδο κατάφεραν να ανοίξουν δρόμο
με τις λόγχες τους και να περάσουν. Μεταξύ αυτών σώθηκε τραυματισμένος ο
Γερμανός Norman (Δημήτρης Φωτιάδης, 1971). Στο σημερινό Πέτα Άρτας, υπάρχει ένα
μεγαλοπρεπές Μνημείο. Tελικά, η πορεία της Επανάστασης του 1821 δεν κατάφερε να προσαρτήσει την Άρτα στα εδάφη του νέου κράτους. Έτσι η
Άρτα παρέμεινε όπως και η Ήπειρος, η μισή Θεσσαλία, η Μακεδονία, η Θράκη και η
Κρήτη υπό Οθωμανική κυριαρχία.
H Απελευθέρωση της Άρτας (1881
Τελικά στις 28 Μαρτίου 1881, η Θεσσαλία και
η Άρτα περιέρχονται στην Ελλάδα: Ανακοινώνεται μετά από τη Συμφωνία της
Κωνσταντινούπολης, η προσάρτηση της Θεσσαλίας και λωρίδας της Ηπείρου μέχρι και
της Άρτας στο Ελληνικό Κράτος. Οι Οθωμανοί αποχωρούν από την Άρτα προς την
Οθωμανική Ήπειρο. Στο παλιό γεφύρι της Άρτας διατηρείται το Τουρκικό
φυλάκιο-τελωνείο, που έχει μετατραπεί σήμερα σε Εθνογραφικό Λαογραφικό Μουσείο.
Το Ελληνικό Βασίλειο υποχρεώθηκε στην αποζημίωση όλων των τουρκικών περιουσιών
των κατοίκων που υπήρχαν στις περιοχές αυτές, με όποιες δυσκολίες αυτό
συνεπάγεται.
Το έτος 1882 έγινε σύγκρουση
τσιφλικάδων με κολίγους στην Άρτα, τριάντα χρόνια πριν τα παρόμοια γεγονότα στο
Κιλελέρ της Θεσσαλίας (1910).
Νεότερη Ιστορία της Άρτας (1881-2015)
Μετά την de facto
απελευθέρωση της Άρτας το 1881, η πόλη άρχισε να εντάσσεται σταδιακά
στον ιστό του νέου κράτους. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Εμφύλιος
πόλεμος που τον ακολούθησε αργότερα, έχουν πολλά
σημεία συνδεδεμένα με την Άρτα. Στον Νομό Άρτας (Γάβρογο) ιδρύθηκε ο ΕΔΕΣ από τον Ναπολέοντα
Ζέρβα και στον Νομό Άρτας (Μεσούντα)
αυτοκτόνησε ο Άρης
Βελουχιώτης του ΕΛΑΣ. Στις 21 και 22 Δεκεμβρίου διεξάγονταν
σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ των ανταρτών του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ με αντικειμενικό
σκοπό την κατάληψη της πόλης, η έκβαση της μάχης απέβη υπέρ του ΕΛΑΣ και οι
αντάρτες του ΕΔΕΣ αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη μαζί με πλήθος αμάχων.
Οι απώλειες και για τις δύο πλευρές των ανταρτών ήταν βαρύτατες.
Μεταπολιτευτικά το
σημαντικό έργο του Φράγματος Πουρναρίου
της Δ.Ε.Η.,
κατασκευασμένο από Σοβιετικούς, αναβάθμισε οικονομικά την Άρτας. Είναι
ενδιαφέρον ότι το κόστος κατασκευής του καλύφθηκε από εξαγωγές εσπεριδοειδών
της Άρτας στην Σοβιετική Ένωση.. Σημαντικό επίτευγμα είναι
για την Άρτα το Νοσοκομείο Άρτας (στο Λόφο Περάνθης),
το ΤΕΙ
Ηπείρου (με έδρα την Άρτα) και τελευταία το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Άρτας.